Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο σε περίπτωση καρκίνου του θυρεοειδούς χρησιμοποιείται για την πλήρη καταστροφή πιθανού υπολείμματος του θυρεοειδούς ή πιθανόν μικροσκοπικές εστίες καρκίνου στο υπόλειμμα ή σε γειτονικούς λεμφαδένες
Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο γίνεται με την εφάπαξ χορήγηση μιας κάψουλας με την ποσότητα του ιωδίου που απαιτείται.
Ο λόγος που μπορεί να υπάρχει υπόλειμμα θυρεοειδούς αδένα στο λαιμό μετά το χειρουργείο είναι η ανατομική θέση του θυρεοειδή αδένα. Βρίσκεται στο λαιμό, μπροστά από τον κεντρικό αεραγωγό, την τραχεία. Πίσω από τον αδένα, και μερικές φορές μέσα σε αυτόν, περνά το νεύρο που ελέγχει τις φωνητικές μας χορδές, το παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο. Επίσης γύρω από το θυρεοειδή και κάποιες φορές μέσα στον αδένα, βρίσκονται οι παραθυρεοειδείς αδένες, που ελέγχουν τα επίπεδα του ασβεστίου στο αίμα. Για να μην τραυματίσει ο χειρουργός τα ζωτικά αυτά νεύρα και τους αδένες μπορεί να αφήσει μικρά υπολείμματα θυρεοειδούς στο λαιμό.
Ο συνδυασμός ενός πολύ καλού χειρουργείου, με τη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο και την μετέπειτα θεραπεία με υψηλές δόσεις θυρεοειδικής ορμόνης έχει φανεί ότι μειώνει σημαντικά την πιθανότητα υποτροπής του καρκίνου για χρόνια μετά. Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο δεν χρειάζεται όμως σε όλες τις περιπτώσεις
Το αν θα χρειαστεί συμπληρωματική θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο για τον καρκίνο του θυρεοειδούς εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως :
Οι βασικοί στόχοι της θεραπείας είναι:
Οι πιθανές επιπλοκές του ραδιενεργού ιωδίου εξαρτώνται από την δόση που θα λάβει κάποιος, είτε στην πρώτη θεραπεία, είτε συνολικά, σε περίπτωση που χρειάζεται να γίνει επανάληψη της θεραπείας στο μέλλον.
Η δοσολογία εξαρτάται από την σταδιοποίηση του καρκίνου και την αποφασίζει ο πυρηνικός ιατρός .
Κάθε άτομο μπορεί να αντιδράσει διαφορετικά στο ραδιενεργό ιώδιο αλλά τα πιο συχνά ενοχλήματα είναι: ναυτία ή και έμετος, αλλαγή στη γεύση, ξηροστομία, πόνος και πρήξιμο των σιελογόνων αδένων στο λαιμό, πόνος στην κατάποση, πονοκέφαλος, κόπωση, αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου
Τα συμπτώματα αυτά είναι παροδικά και υποχωρούν τελείως μετά από λίγες ημέρες.
Αν έχετε κάποιο από αυτά τα συμπτώματα πρέπει να ενημερώσετε τον ιατρό σας.
Τα συμπτώματα είναι πιο έντονα με πιο μεγάλες δόσεις ιωδίου ή με επαναλαμβανόμενες θεραπείες.
Δεν υπάρχει ένας γενικός κανόνας για το πόσο ιώδιο, συνολικά, μπορεί να πάρει ένας ασθενής στη διάρκεια της ζωής του, καθώς αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που πρέπει να αξιολογηθούν όπως: την ηλικία του ασθενούς, την ευαισθησία του καρκίνου στο ιώδιο, την αρχική του απάντηση στη θεραπεία, την βαρύτητα και την έκταση της νόσου, άλλα προβλήματα υγείας του ασθενούς κλπ.